Περιήγηση στο Κάστρο της Αγίας Μαύρας

Ανατολική τάφρος. Στο τείχος διακρίνεται το διακοσμητικό κορδόνι (cordone), που οριοθετούσε την σκάρπα, διακρίνοντάς την από το προπέτασμα. Στο βάθος διακρίνονται οι λίθινες βάσεις της γέφυρας, της ανατολικής πύλης του κάστρου.

Η οχύρωση του κάστρου

Το κάστρο έχει ακανόνιστο επτάπλευρο σχήμα και η είσοδος στο εσωτερικό του γινόταν από την κύρια δυτική πύλη (1) και τη δευτερεύουσα ανατολική (6). Οι πύλες και τα τείχη προστατεύονται από προμαχώνες, οι οποίοι είναι εφοδιασμένοι με κλειστά πυροβολεία. Από τη βορειανατολική γωνία του φρουρίου προς τη νοτιοδυτική, αναπτύσσονται κατά σειρά οι προμαχώνες του Αγίου Φραγκίσκου (8), Παντοκράτορα (9), Αγίου Αντωνίου (10), Αγίου Θεοδώρου (2), Αγίου Ιερωνύμου (3) και Αγίας Βαρβάρας (4). Όλοι έχουν κατασκευαστεί από τους Οθωμανούς, αλλά έχουν υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις από τους Βενετούς. Αποκλειστικά βενετικής κατασκευής είναι οι προμαχώνες Pisani (7) και Αγίου Μάρκου (5), που βρίσκονται στην βορειοανατολική και νοτιοανατολική γωνία αντίστοιχα.

Τα κτίσματα του κάστρου

Στον εντός των τειχών χώρο, υπάρχουν κτίσματα, που χρονολογούνται στις περιόδους της βενετικής και αγγλικής κυριαρχίας στη Λευκάδα. Οι Βενετοί κατασκεύασαν το κελί και τη μονή των Φραγκισκανών (I & IV), την οικία του Τακτικού Προβλεπτή (II), το ναό του Αγίου Σωτήρος (III) και την πυριτιδαποθήκη (V), ενώ οι Άγγλοι τις φυλακές (VI), τους 4 στρατώνες (VII), τη λέσχη αξιωματικών (VIII), το νοσοκομείο (IX) και τον χώρο του νεκροταφείου (X). Όλα τα κτίσματα των Βενετών είναι συγκεντρωμένα στην βορειοανατολική γωνία του κάστρου, σε αντίθεση με εκείνα των Άγγλων που είναι διάσπαρτα στο εσωτερικό του.

ΟΧΥΡΩΣΗ

  1. Δυτική Πύλη
  2. Προμαχώνας Αγίου Θεοδώρου
  3. Προμαχώνας Αγίου Ιερωνύμου
  4. Προμαχώνας Αγίας Βαρβάρας
  5. Προμαχώνας Αγίου Μάρκου
  6. Ανατολική Πύλη
  7. Προμαχώνας Πιζάνι
  8. Προμαχώνας Αγίου Φραγκίσκου
  9. Προμαχώνας Παντοκράτορα
  10. Προμαχώνας Αγίου Αντωνίου

ΚΤΙΣΜΑΤΑ ΑΓΓΛΩΝ

Δυτική Πύλη

Αποτελεί την κύρια πύλη του κάστρου και κατασκευάστηκε από τους Οθωμανούς, όπως μαρτυρεί το διπλής καμπυλότητας ανώφλι της θύρας εισόδου σε αυτή. Η τοποθέτησή της παραπλεύρως του μεγάλου πολυεδρικού προμαχώνα του Αγίου Αντωνίου έγινε, αφενός για να προστατεύεται, αφετέρου για να μην είναι ορατή από τις εχθρικές πυροβολαρχίες. Οι Βενετοί προσέθεσαν στην πύλη νέα στοιχεία, προσδίδοντας μνημειώδη χαρακτήρα, όπως τρεις ορθογώνιες μετόπες πάνω από το οξυκόρυφο περιθύρωμα, που επιστέφονται με τρουλίσκο και στοιχεία ανατολίτικου ύφους. Η μεσαία μετόπη – κατεστραμμένη σήμερα – φέρει ανάγλυφη απεικόνιση του φτερωτού λέοντα του Αγίου Μάρκου, το έμβλημα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας.

Η πύλη αποτελείται από δύο θολωτά τμήματα, που φράσσονταν με βαριές ξύλινες δίφυλλες πόρτες. Ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ τους ήταν ασκεπής, αλλά όχι ανυπεράσπιστος. Στο ανώτερο τμήμα του δεξιού τοίχου του ανοίγονταν επτά τυφεκιοθυρίδες, ενώ λίγο ψηλότερα υπήρχε και το φυλάκιο της φρουράς. Το πλάτος και το ύψος της πύλης επέτρεπαν το απρόσκοπτο πέρασμα των δυνάμεων του ιππικού και του πυροβολικού, που ήταν απαραίτητες για την άμυνα του φρουρίου.

Φυλακές

Το κτήριο των φυλακών κατασκευάστηκε από τους Άγγλους μετά το σεισμό του 1825. Ήταν διώροφο με εξωτερική σκάλα και τετράριχτη κεραμοσκεπή.

Στο ισόγειο υπήρχαν τρία κελιά, το καθένα εξοπλισμένο με ξύλινο κρεβάτι. Μικρή πόρτα οδηγούσε σε περιτειχισμένο χώρο για τον αυλισμό των κρατουμένων, ενώ τα παράθυρα στον πρόσθιο και οπίσθιο τοίχο του κελιού εξασφάλιζαν το φωτισμό και τον αερισμό του.

O όροφος χρησίμευε ως γραφείο, κοιτώνας ή και βοηθητικός χώρος του αξιωματικού υπηρεσίας και των δεσμοφυλάκων. Δύο νέα κελιά προστέθηκαν στην αριστερή πλευρά, στα μέσα του 19ου αιώνα, για να στεγαστούν οι αντιφρονούντες, όταν ο αντικαθεστωτικός αγώνας των ντόπιων εναντίον των Άγγλων είχε κορυφωθεί.

Η καλή κατάσταση των φυλακών οφείλεται στις εργασίες αποκατάστασής τους το έτος 2000.

Στρατώνες

Το 1843 κατασκευάστηκαν τέσσερα πανομοιότυπα κτίσματα για τη στέγαση των Βρετανών αξιωματικών και στρατιωτών του κάστρου. Οι στρατώνες ήταν διώροφοι με ορθογώνια κάτοψη.

Αντιγράφουν τα ντόπια παραδοσιακά κτήρια, με αμιγή ξύλινοφέροντα σκελετό (ποντελάρισμα). Πρόκειται για μία παραδοσιακή λευκαδίτικη τυπολογία με ξύλινο δομικό σύστημα ανάληψης των φορτίων, με ή χωρίς τοιχοπλήρωση από πλίνθους. Τα φατνώματα των ξύλινων πλαισίων έχουν διαγώνιες ράβδους για την παραλαβή των εγκάρσιων δυνάμεων.

Το ισόγειο και ο όροφος των τεσσάρων στρατώνων διαρθρώνονταν σε τρεις ισομεγέθεις χώρους, και επικοινωνούσαν με εξωτερική σκάλα. Η κύρια είσοδος και τα παράθυρα βρίσκονταν στην πρόσοψή.

Με την έλευση των Μικρασιατών προσφύγων, οι στρατώνες χρησιμοποιήθηκαν ως χώροι διαμονής τους. Διατηρούνταν σε καλή κατάσταση μέχρι το 1938, οπότε και εκποιήθηκαν τα οικοδομικά υλικά τους υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

Εκκλησία Αγίας Μαύρας

Η εκκλησία είναι αφιερωμένη στην Αγία Μαύρα, η οποία ζούσε στη Θηβαΐδα της Αιγύπτου τον 3ο αι. και θανατώθηκε με μαρτυρικό τρόπο, επειδή αρνήθηκε να αποκηρύξει την πίστη της στον Χριστιανισμό. Είναι μονόχωρη και τοποθετείται εντός του προμαχώνα του Αγίου Μάρκου, ενώ τα παράθυρά της αποτελούν οι παλιές κανονιοθυρίδες και ο αεραγωγός στην οροφή καταλαμβάνει τη θέση του τρούλου.

Το κτιστό εικονοστάσιο επενδύεται με εικόνες του ζωγράφου Βασίλειου Σιδέρη.

Οι Ανδηγαυοί τον 14ο αιώνα έχτισαν μία μικρή εκκλησία προς τιμήν της Αγίας Μαύρας. Στα μέσα του 15ου αιώνα, η Ελένη Παλαιολογίνα, ανέγειρε μία δεύτερη, μεγαλύτερη εκκλησία στη μνήμη της. Ίχνη αυτών των ναών δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα. Κατά τη διάρκεια των Οθωμανικών χρόνων, η εκκλησία της Αγίας Μαύρας μετετράπη σε τζαμί, ενώ αργότερα από τους Βενετούς, με διαταγή του Francesco Morosini, το ισλαμικό τέμενος μετετράπη ξανά σε χριστιανική εκκλησία και αφιερώθηκε εκ νέου στη μνήμη των Αγίων Μαύρας και Τιμοθέου. Η εκκλησία εκείνη, η οποία βρισκόταν κοντά στην ανατολική πύλη του κάστρου, υπέστη σοβαρές ζημιές στο σεισμό του 1743 και ολοσχερή καταστροφή κατά την πολιορκία των Βρετανών το 1810, καθώς ανατινάχθηκε η πυριτιδαποθήκη, που ήταν ακριβώς δίπλα στην εκκλησία.

Ξανακτίσθηκε εκ θεμελίων, αλλά κατέρρευσε πάλι με το σεισμό του 1869, για να μεταφερθεί το 1889 στη σημερινή της θέση. Κατά την δεκαετία 1922-1932 τελούνταν πολλοί γάμοι προσφύγων στον ναό. Σήμερα στην εκκλησία, που γιορτάζει στις 3 Μαΐου, τελούνται γάμοι και βαφτίσεις.

Η εικόνα της Αγίας Μαύρας συντηρήθηκε από την Αφρ. Τηλιγάδα, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου ανάδειξης του κάστρου. Διασώζεται η επιγραφή Τσερούλης Νικόλαος 188[.]. Σύμφωνα με γραπτές πηγές, ο συνταγματάρχης Ν. Τσερούλης παρείχε οικονομική στήριξη το 1880, υπέρ της εκκλησίας της Αγίας Μαύρας.
Η εικόνα της Αγίας Μαύρας συντηρήθηκε από την Αφρ. Τηλιγάδα, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου ανάδειξης του κάστρου. Διασώζεται η επιγραφή Τσερούλης Νικόλαος 188[.]. Σύμφωνα με γραπτές πηγές, ο συνταγματάρχης Ν. Τσερούλης παρείχε οικονομική στήριξη το 1880, υπέρ της εκκλησίας της Αγίας Μαύρας.

Νεκροταφείο

Η μικρή πύλη στα δεξιά της εκκλησίας της Αγίας Μαύρας οδηγεί σε υπαίθριο χώρο, που περιβάλλεται από χαμηλό τραπεζιόσχημο προτείχισμα, το οποίο αποτελούσε την πρώτη γραμμή άμυνας του κάστρου και ήταν εξοπλισμένο με κανόνια. Κατασκευάστηκε από τους Βενετούς στις αρχές του 18ου αιώνα, στην θέση που ήταν γνωστή ως “posto del cemitero” (“θέση του νεκροταφείου”), επειδή στο ίδιο σημείο προϋπήρχε νεκροταφείο των Οθωμανών στρατιωτών, που σκοτώθηκαν στην πολιορκία του 1479. Γι’ αυτό, η ευρύτερη περιοχή πήρε την ονομασία “Sehitlik”, δηλαδή “τόπος των μαρτύρων του ιερού πολέμου”.

Το προτείχισμα δεν χρησιμοποιείτο ως νεκροταφείο επί εποχής Βενετών, ωστόσο οι Άγγλοι επανέφεραν τον διττό χαρακτήρα του, ως αμυντικού και ταφικού χώρου.

Παράλληλα με τις πέντε κανονιοθυρίδες στη δεξιά πλευρά και τα κατάλοιπα της βενετικής πυριτιδαποθήκης, βρέθηκαν εντοιχισμένες, στην αριστερή πλευρά, ενεπίγραφες επιτύμβιες στήλες θανόντων στρατιωτών και των οικογενειών τους, καθώς και οστεοφυλάκιο με τη μορφή οικίας.

Το οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου.
Το οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου.

Ανατολική Πύλη

Αποτελεί τη δεύτερη κύρια πύλη του κάστρου και χτίστηκε από τους Οθωμανούς μεταξύ 1550 και 1600. Η αρχική μορφή της έχει αλλοιωθεί, καθότι υπέστη αρκετές μετασκευές και τροποποιήσεις από τους Βενετούς και Βρετανούς. Η πύλη τοποθετήθηκε σε εσοχή του τείχους, ώστε να είναι αθέατη από την ξηρά και απρόσβλητη από το εχθρικό πυροβολικό. Συγχρόνως, ενισχυόταν αμυντικά από τον προμαχώνα, που στεγάζει σήμερα την εκκλησία της Αγίας Μαύρας. Αποτελείται από δύο συνεχόμενους χώρους, ο πρώτος υπαίθριος και ο δεύτερος στεγασμένος με κυλινδρικό θόλο, που επικοινωνούν μέσω θύρας.

Στον υπαίθριο χώρο στάθμευε το πρώτο σώμα της φρουράς, που φύλασσε την είσοδο και την πυλίδα ανεφοδιασμού ή εξόδου, η οποία οδηγούσε εκτός του οχυρού. Ο στενός αυτός προθάλαμος προσέφερε αμυντικό πλεονέκτημα, καθώς στο ενδεχόμενο παραβίασης της πύλης, οι επιτιθέμενοι συνωστίζονταν εκεί και ήταν εύκολος στόχος. Ο μεγαλύτερος στεγασμένος χώρος, παλαιότερα, ήταν κλεισμένος με τοίχο, και πιθανώς χρησίμευε για τη συγκέντρωση και ανάπαυση της φρουράς. Από εκεί, η είσοδος στο εσωτερικό του φρουρίου γινόταν από θύρα, που προστατευόταν με καταφραγή, η οποία κατέβαινε ή ανέβαινε με τη βοήθεια ενός αντίβαρου.

Η εξωτερική πλευρά της ανατολικής πύλης έκλεινε με κινητή ξύλινη θύρα, που σε περίπτωση κινδύνου ανυψωνόταν με τη βοήθεια μηχανισμού. Η θύρα οδηγούσε σε ξύλινη γέφυρα, που αντικαταστάθηκε αργότερα από λίθινη, της οποίας οι οκτώ βάσεις στήριξης διατηρούνται σε σχετικά καλή κατάσταση μέχρι σήμερα. Η γέφυρα συνέδεε το κάστρο με το ανατολικό προτείχισμα.
Η εξωτερική πλευρά της ανατολικής πύλης έκλεινε με κινητή ξύλινη θύρα, που σε περίπτωση κινδύνου ανυψωνόταν με τη βοήθεια μηχανισμού. Η θύρα οδηγούσε σε ξύλινη γέφυρα, που αντικαταστάθηκε αργότερα από λίθινη, της οποίας οι οκτώ βάσεις στήριξης διατηρούνται σε σχετικά καλή κατάσταση μέχρι σήμερα. Η γέφυρα συνέδεε το κάστρο με το ανατολικό προτείχισμα.

Ημισέληνος Αγίου Φραγκίσκου
(Mezzaluna)

Η ημισέληνος – όπως μαρτυρεί το όνομά της – είναι ο ημικυκλικός προμαχώνας που προστάτευε το κάστρο από τις εχθρικές επιθέσεις, που προέρχονταν από το Ιόνιο Πέλαγος. Πρόκειται για ένα από τα πλέον εντυπωσιακά αμυντικά στοιχεία του φρουρίου. Κατασκευάστηκε από τον Leonardo III του Οίκου των Tocchi, προς τα τέλη του 15ου αιώνα, λίγο πριν την εισβολή των Οθωμανών. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής, ο ημικυκλικός προμαχώνας ισχυροποιείται με την προσθήκη κανονιοθυρίδων σε δύο επίπεδα.

Η πρώτη σειρά τοποθετείται λίγο υψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας, και η δεύτερη ακριβώς επάνω από τη πρώτη. Ο χώρος της πρώτης σειράς κανονιοθυρίδων ήταν στεγασμένος και είχε τη μορφή θολωτής στοάς, που λειτουργούσε και ως χώρος διανυκτέρευσης των πυροβολητών. Επί εποχής Βενετών, η ημισέληνος αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σπουδαιότητα και ενισχύεται με τρίτη σειρά κανονιοθυρίδων, στην κορυφή του οχυρωματικού τείχους.

Οι Βρετανοί μετατρέπουν το σχήμα των κανονιοθυρίδων, προκειμένου να υποδεχθούν τα νέας τεχνολογίας πυροβόλα όπλα, που περιστρέφονται οριζόντια και κατακόρυφα.

Η τελευταία αλλαγή στον προμαχώνα πραγματοποιείται τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η κεντρική κανονιοθυρίδα διευρύνεται, για να φιλοξενήσει μεγάλο πυροβόλο όπλο, με δυνατότητα εκτόξευσης βλημάτων σε μακρινή απόσταση, και αποκτά τη σημερινή της εικόνα.

Το εσωτερικό του προμαχώνα. Διακρίνεται η δίχωρη αίθουσα πριν τις εργασίες μετατροπής της σε μουσειακό χώρο.

Πυριτιδαποθήκη

Η πυριτιδαποθήκη χτίστηκε από τους Βενετούς το 1719, σε σχέδια του μηχανικού Santo Semitecolo. Είναι κτίσμα τετράγωνης κάτοψης, με αυλή στην πρόσοψή του που οριοθετείται από λιθόκτιστο περίβολο. Το πάχος των τοίχων είναι 3 μέτρα, ενώ ιδιαίτερα ογκώδης είναι η πυραμιδοειδής στέγη της. Η μεγάλη ανθεκτικότητα του κτηρίου ήταν αναγκαία, ώστε να παραμένει αλώβητο στην περίπτωση έκρηξης στο εσωτερικό του, αλλά και στην περίπτωση κρούσεων από εχθρικά βλήματα.

Η διατήρηση της αποτελεσματικότητας της πυρίτιδας είναι στενά συνδεδεμένη με τα χαμηλά επίπεδα υγρασίας στο χώρο φύλαξής της, διότι στην αντίθετη περίπτωση θα ήταν ακατάλληλη προς χρήση. Γι’ αυτό το λόγο, οι Βενετοί εφάρμοσαν πάνω στο πλακόστρωτο δάπεδο ένα ξύλινο ψευδοπάτωμα, επί του οποίου τοποθετούσαν τα βαρέλια της πυρίτιδας. Αργότερα, οι Βρετανοί έλαβαν πρόσθετα μέτρα για την υγρασία, επενδύοντας την εσωτερική τοιχοποιία με επίχρισμα, τη στέγη με κεραμίδια, ενώ διοχέτευαν τα όμβρια ύδατα, μέσα από υδρορροές, σε δεξαμενές που χρησιμοποιούνταν για την πυροπροστασία του κτηρίου. Από τις κατεστραμμένες υδρορροές διατηρούνται μέχρι σήμερα τα λίθινα στηρίγματα τους, που εξέχουν των εξωτερικών τοίχων. Το κτήριο έπαψε να χρησιμοποιείται ως πυριτιδαποθήκη, όταν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες το μετέτρεψαν σε λουτρό.

Σχέδιο Ν. Βαγενάς, 2001.
Σχέδιο Ν. Βαγενάς, 2001.

Προμαχώνας Παντοκράτορα

Ο φάρος κατασκευάστηκε στον προμαχώνα του Παντοκράτορα το 1861.

Είναι από τους πιο καλοδιατηρημένους ελληνικούς φάρους, καθώς έχει αποκατασταθεί πλήρως.

Το ύψος του πύργου του είναι 6,5 μ. και το εστιακό του ύψος ανέρχεται στα 17 μ. Από τον προμαχώνα υπάρχει καλή εποπτεία τόσο προς τη θάλασσα, όσο και προς το εσωτερικό του κάστρου.

Δίπλα στον φάρο βρίσκεται ο τάφος του Άγγλου αρχιστράτηγου Ηenry Davis. Πέθανε στο κάστρο της Αγίας Μαύρας το 1813.

Νοσοκομείο

Το κτήριο χτίστηκε από τους Βενετούς το 1719, και αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας, αλλά αργότερα μετατράπηκε σε νοσοκομείο. Οι ζημιές που προκλήθηκαν, από την έκρηξη στη γειτονική πυριτιδαποθήκη το 1810 και τον ισχυρό σεισμό του 1825, αποκαταστάθηκαν από τους Άγγλους, οι οποίοι προχώρησαν στον εκσυγχρονισμό του. Πρόκειται για κτηριακό συγκρότημα αποτελούμενο από δύο συνεχόμενα διώροφα οικοδομήματα με δίρριχτη στέγη, που δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους.

Στο ισόγειο του αριστερού κτηρίου υπήρχαν βοηθητικοί χώροι και μαγειρείο, και στο ισόγειο του δεξιού κτηρίου γραφεία, ιατρεία και θάλαμοι χειρουργείων.

Στον όροφο και των δύο οικοδομημάτων στεγάζονταν οι κοιτώνες για τους ασθενείς. Η επικοινωνία του ισογείου με τον όροφο γινόταν μέσω εξωτερικής σκάλας, που υπήρχε σε καθεμία από τις δύο στενές πλευρές κάθε κτηρίου. Τα οκτώ συνολικά παράθυρα στους ορόφους των δύο κτηρίων – όλα με θέα προς τη θάλασσα – παρείχαν φως και φρέσκο αέρα στον χώρο, αλλά ταυτόχρονα λειτουργούσαν και ως θυρίδες μικρών κανονιών στην περίπτωση που το κάστρο πολιορκείτο.

Η επιγραφή επί της αμφικλινούς κάλυψης του τάφου αναφέρει: TO THE MEMORY OF MAJOR GENERAL H(ENRY) DAVIS, A(D)JUTANT GENERAL OF HIS BRITANNIC MAJESTY’S FORCES IN SICILY WHO ON HIS RETURN FROM GREECE DIED AT S(AN)TA MAURA ON THE 26TH DECEMBER 1813 IN THE 45TH YEAR OF HIS AGE. THIS TRIBUTE IS ERECTED BY ORDER OF HIS EXCELLENCY LIEUT. GENERAL JAMES CAMPBELL HIS MAJESTY’S CIVIL COMMISSIONER AND COMMANDER OF THE FORCES ΙΝ ΤΗΕ ΙΟΝΙΑΝ ΑND ADRIATIC ISLES AS A MARK OF HIS ESTEEM AND REGARDA(NNO) D(OMINI) 1815

Η επιγραφή επί της αμφικλινούς κάλυψης του τάφου αναφέρει:
TO THE MEMORY OF MAJOR GENERAL H(ENRY) DAVIS, A(D)JUTANT GENERAL OF HIS BRITANNIC MAJESTY’S FORCES IN SICILY WHO ON HIS RETURN FROM GREECE DIED AT S(AN)TA MAURA ON THE 26TH DECEMBER 1813 IN THE 45TH YEAR OF HIS AGE.

THIS TRIBUTE IS ERECTED BY ORDER OF HIS EXCELLENCY LIEUT. GENERAL JAMES CAMPBELL HIS MAJESTY’S CIVIL COMMISSIONER AND COMMANDER OF THE FORCES ΙΝ ΤΗΕ ΙΟΝΙΑΝ ΑND ADRIATIC ISLES AS A MARK OF HIS ESTEEM AND REGARDA(NNO) D(OMINI) 1815

Κελί Φραγκισκανών

Τα πρώτα κελιά των μοναχών του Τάγματος του Αγίου Φραγκίσκου κατασκευάστηκαν το 1685 με την έλευσή τους στο κάστρο. Επειδή καταστράφηκαν στο σεισμό του 1704, ως νέος χώρος για τη στέγασή τους, επιλέχθηκε η επιμήκης θολωτή στοά εντός του βόρειου τείχους του κάστρου, η οποία διατηρείται σε καλή κατάσταση μέχρι σήμερα.

Στην κορυφή της αψίδας της εισόδου, ο λίθος με τον ανάγλυφο σταυρό φανερώνει το θρησκευτικό χαρακτήρα του κτίσματος. Η απλότητα των αρχιτεκτονικών στοιχείων της στοάς είναι απολύτως εναρμονισμένη με τα βασικά ιδεώδη του Τάγματος του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, όπως η ταπεινοφροσύνη και η διαβίωση σε συνθήκες ένδειας.

Κατά τη διάρκεια της παρουσίας των Βρετανών, η καμαροσκέπαστη στοά μετατράπηκε σε πυριτιδαποθήκη. Το δάπεδο της ενισχύθηκε με δεύτερη σειρά λίθινων πλακών, οι τοίχοι επιχρίστηκαν και στην πρόσοψη ανοίχθηκαν δύο μικροί φεγγίτες για φωτισμό και αερισμό του χώρου.

Πρόσοψη κελιού Φραγκισκανών.
Πρόσοψη κελιού Φραγκισκανών.

Μονή Φραγκισκανών

Η σημερινή μορφή του κτίσματος είναι εξαιρετικά αποσπασματική και δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για την ακριβή διαρρύθμισή του.

Σίγουρα διέθετε όροφο, στον οποίο οδηγούσε η λιθόκτιστη σκάλα, που υπάρχει στο ισόγειο. Σε καλή κατάσταση διατηρείται η πρόσοψη του, ενώ πάνω από την είσοδο υπήρχε επιγραφή που ανέφερε ότι το κτήριο ήταν μοναστήρι του Τάγματος των Φραγκισκανών.

Το 1685, κατόπιν πρόσκλησης του Bενετού Διοικητή Francesco Morosini αφίχθησαν στο κάστρο της Αγίας Μαύρας οι πρώτοι Φραγκισκανοί μοναχοί. Για την εγκατάστασή τους παραχωρήθηκε έκταση στο βορειοανατολικό τμήμα του, όπου κατασκεύασαν μοναστήρι, ναό και χώρο για τη διαμονή τους.
Το 1685, κατόπιν πρόσκλησης του Bενετού Διοικητή Francesco Morosini αφίχθησαν στο κάστρο της Αγίας Μαύρας οι πρώτοι Φραγκισκανοί μοναχοί. Για την εγκατάστασή τους παραχωρήθηκε έκταση στο βορειοανατολικό τμήμα του, όπου κατασκεύασαν μοναστήρι, ναό και χώρο για τη διαμονή τους.
Πρόσοψη μονής Φραγκισκανών.
Πρόσοψη μονής Φραγκισκανών.

Οικία Τακτικού Προβλεπτή
(Palazzo Del Provveditore Ordinario)

Βρίσκεται αριστερά του ναού του Αγίου Σωτήρος. Ο χώρος διαμονής του Τακτικού Προβλεπτή, ανώτατου άρχοντα του κάστρου και εκπροσώπου της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, χτίστηκε το 1717. Διατασσόταν σε σχήμα Τ και αποτελείτο από τέσσερα συνεχόμενα δωμάτια, που επικοινωνούσαν τόσο μεταξύ τους, όσο και με ιδιωτικό υπαίθριο χώρο. Μεταξύ των σκελών του Τ υπήρχε εξωτερική διπλή συμμετρική σκάλα, που μαρτυρεί ότι το κτίσμα ήταν διώροφο.

Η χρήση του κτηρίου συνεχίστηκε και μετά την αποχώρηση των Βενετών, αποτελώντας την έδρα του Άγγλου Αρμοστή. Το 1922 στεγάστηκαν σε αυτό πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία.

Εγχάρακτη απεικόνιση της πρόσοψης διώροφου κτίσματος σε εξωτερικό τοίχο της οικίας.
Εγχάρακτη απεικόνιση της πρόσοψης διώροφου κτίσματος σε εξωτερικό τοίχο της οικίας.
Μετάβαση στο περιεχόμενο